Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΓΙΟΡΤΗΣ ΤΩΝ 318 ΠΑΤΕΡΩΝ
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν συνήθεια όταν ένας
συμπατριώτης τους έκανε ηρωικές πράξεις στον πόλεμο να στήνουν το ομοίωμά του
στο κέντρο της πόλης και να του αποδίδουν τιμές. Αυτό στη συνέχεια εξελίχτηκε
σε ειδωλολατρία αλλά ήταν άξιες σεβασμού οι τιμητικές εκδηλώσεις σε ένα άτομο
σημαντικό. Αντίστοιχα, οι Χριστιανοί θα πρέπει να τιμούν άτομα άξια που βγήκαν
νικητές στις μάχες με τον διάβολο, τον εχθρό της ψυχής.
Τέτοιοι άνθρωποι ήταν και οι 318 Πατέρες της
Εκκλησίας μας, οι οποίοι στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο ήρθαν σε αντιπαράθεση με
τον αιρετικό Άρειο που αμφισβητούσε την θεία υπόσταση του Κυρίου. Οι
Πατέρες απέδειξαν πως ο Κύριος πήρε την
ανθρώπινη φύση και ανελήφθη στον Ουρανό ως τέλειος Θεός. Την μνήμη τους την
τιμούμε 42 μέρες μετά το Πάσχα μαζί με την επέτειο της Α’ Οικουμενικής Συνόδου.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ
Τριακόσια πενήντα χρόνια μετά την ενσάρκωση
του Κυρίου και κατά την διάρκεια της βασιλείας του ασεβούς Διοκλητιανού
ξεκίνησε πάλι ένας από τους σκληρότερους διωγμούς των χριστιανών. Παράλληλα, οι
κάτοικοι της Αλεξάνδρειας επαναστάτησαν κατά της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Τότε οι
δυο ισχυροί βασιλείς, ο Διοκλητιανός στην Ανατολή και ο Μαξιμιανός στην Δύση,
συγκέντρωσαν ισχυρό στρατό και κατευθύνθηκαν στην Αλεξάνδρεια για να
καταστείλουν την επανάσταση.
Την εποχή εκείνη, ο Κώνστας ο Χλωρός, ο
πατέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, διοικούσε ένα μικρό μέρος της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας. Νιώθοντας υποχρέωση απέναντι στον Διοκλητιανό και τον Μαξιμιανό,
καθώς εκείνοι τον είχαν χειροτονήσει βασιλιά, έστειλε στρατό με επικεφαλής τον
γιο του Κωνσταντίνο, για να τους ενισχύσει. Ο Μαξιμιανός όμως ζήλεψε την
ανδρεία κα τα χαρίσματα του νεαρού και θέλησε να τον φονεύσει. Ο Κωνσταντίνος
το αντιλήφθηκε και επέστρεψε κρυφά στην χώρα του.
Η επιστροφή του έγινε από θεία παρέμβαση
καθώς εκτός από τον θάνατο που γλίτωσε κατάφερε να γίνει βασιλιάς στη θέση του
πατέρα του. Ο Κώνστας ήταν ετοιμοθάνατος όταν γύρισε ο Κωνσταντίνος από την
Αλεξάνδρεια και τον χειροτόνησε βασιλιά καθώς θεώρησε ότι ήταν ο καταλληλότερος
ανάμεσα στους διαδόχους του. Η τελευταία του συμβουλή ήταν να γίνει ένας σώφρωνας και δίκαιος ηγεμόνας όπου
θα βοηθά τους φτωχούς και θα πολεμά τον ανήθικο Μαξιμιανό μέχρι την απομάκρυνσή
του από τον θρόνο.
Μετά την ενθρόνιση του Κωνσταντίνου, ο
βασιλιάς Λικίνιος ξεκίνησε διωγμό κατά των χριστιανών και ο βασιλιάς Μαξέντιος
της Ρώμης, ανιψιός και διάδοχος του Μαξιμιανού, άρχισε να φέρεται τυρρανικά
στον λαό του και ειδικά στους φτωχούς. Ο Κωνσταντίνος ακολουθώντας την συμβουλή
του πατέρα του ξεκίνησε για την Ρώμη με τον στρατό του για να αντιμετωπίσει τον
τύρρανο. Στην πρώτη μάχη ηττήθηκε και ενώ σκεφτόταν να υποχωρήσει, είδε το
βράδι στον ουρανό τα σύννεφα να σχηματίζουν το σημάδι του σταυρού. Παράλληλα ο
Μαξέντιος, σίγουρος για την νίκη του, κατασκεύασε παγίδες για να εξασφαλίσει
τον θάνατο του Κωνσταντίνου κατά την υποχώρησή του. Στην μάχη όμως οι
προσδοκίες του δεν επιβεβαιώθηκαν. Ο Κωνσταντίνος, ακολουθώντας το όραμά του,
έδωσε διαταγή να κατασκευαστεί ένα λάβαρο με σταυρό ασημένιο και να
προπορεύεται του στρατού. Η τελική νίκη ανήκε στον Κωνσταντίνο και ο Μαξέντιος,
τρομοκρατημένος, τράπηκε σε φυγή. Παγιδεύτηκε όμως στα ίδια του τα τεχνάσματα
και βρήκε τραγικό θάνατο. Την ίδια κατάληξη είχε και ο Λικίνιος που αρχικά
κήρυξε διωγμό στους χριστιανούς. Ο Κωνσταντίνος στράφηκε εναντίον του, τον
νίκησε και τον φυλάκισε στο κάστρο της Θεσσαλονίκης, χαρίζοντάς του τη ζωή λόγω
του ήταν γαμπρός του. Όμως εκείνος άρχισε να συνωμοτεί εναντίον του
Κωνσταντίνου και τελικά θανατώθηκε.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΑΡΕΙΟΣ
Στην διάρκεια του 20ου χρόνου της
βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ένας μαθηματικός από την Λιβύη, ο Άρειος,
χειροτονήθηκε διάκονος στην Αλεξάνδρεια από τον Αρχιερέα, Άγιο Πέτρο. Γρήγορα
όμως άρχισε να διαδίδει αιρετικές ιδέες περί της θεϊκής υπόστασης του Χριστού
και ισχυριζόταν ότι ο Ιησούς ήταν κτίσμα του Θεού και όχι αληθινός Θεός. Ο
Πέτρος αντιλήφθηκε γρήγορα το πρόβλημα και καθαίρεσε τον Άρειο, έπειτα από όνειρο
που είδε. Μετά τον θάνατο του Πέτρου έγινε αρχιεπίσκοπος ο Αχιλλάς ο οποίος κατάφερε
να συνετίσει τον Άρειο και τον χειροτόνησε ξανά. Μετά τον θάνατο του Αχιλλά
όμως και ενώ ανέλαβε ο άγιος Αλέξανδρος, ο Άρειος συνέχισε να διδάσκει τις
αιρετικές του ιδέες. Ο Αρχιεπίσκοπος, κατόπιν ομόφωνης απόφασης και άλλων
επισκόπων, τον καθαίρεσε. Ο Μέγας Κωνσταντίνος τότε έστειλε εκπρόσωπο στην
Αλεξάνδρεια για να διευθετήσει το πρόβλημα που προέκυψε. Ο Αλέξανδρος έδειξε
προθυμία, όμως ο Άρειος συνέχισε την αδιάλλακτη στάση του, γεγονός που οδήγησε
στην σύγκλιση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου.
Α’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
Τα γεγονότα πριν την έναρξη της Συνόδου: Ο αυτοκράτορας, αφού αντιλήφθηκε ότι η κατάσταση είχε φτάσει σε
αδιέξοδο, έδωσε εντολή να συγκεντρωθούν στο κάστρο της Νίκαιας οι αντιπρόσωποι
και των δύο πλευρών. Έτσι ορίστηκε η Α’ Οικουμενική Σύνοδος που σκοπό είχε να
αποκαλυφθούν οι ανακρίβειες και συκοφαντίες του Άρειου και να αποκατασταθεί η
αλήθεια για την θεϊκή φύση του Θεού.
Από την πλευρά της Ορθόδοξης Παράδοσης
συγκεντρώθηκαν 232 Αρχιερείς και 86 ιερείς, διάκονοι και καλόγεροι. Στο σύνολο
ήταν 318 άτομα, αριθμός όχι τυχαίος καθώς αντιστοιχούσε στα χρόνια που
μεσολάβησαν από την ενανθρώπιση του Κυρίου μέχρι την ημέρα της Συνόδου. Οι
Πατέρες που συγκεντρώθηκαν στην Νίκαια ήταν πιστοί χριστιανοί ταλαιπωρημένοι
και σωματικά ανάπηροι από τα πάμπολλα βασανιστήρια που είχαν υποστεί από τους
ειδωλολάτρες βασιλείς πριν την ανάληψη της εξουσίας από τον Κωνσταντίνο.
Όταν προσήλθαν οι πάντες, ο βασιλιάς δεν
κάθισε στον θρόνο αλλά, ως ένδειξη ταπεινότητας, προτίμησε ένα χαμηλό σκαμνί
στο μέσο των παρευρισκόμενων. Τον λόγο πήρε ο Πατριάρχης Αντιόχειας ο οποίος
περιληπτικά ανέφερε τον σκοπό της Συνόδου και τον τρόπο που θα εξελισσόταν η
αντιπαράθεση μεταξύ των δύο πλευρών. Τον λόγο στη συνέχεια πήρε ο Κωνσταντίνος
ο οποίος ομολόγησε τον πρότερο ειδωλολατρικό βίο του, την επαφή του με τον
χριστιανισμό και τον τρόπο που νίκησε τους ειδωλολάτρες Ρωμαίους βασιλείς με το
σύμβολο του σταυρού. Επειδή όμως ο διάβολος θέλησε να διαλύσει την χαρά του
αποφάσισε να δημιουργήσει την συγκεκριμένη σύγχυση στους κόλπους της Εκκλησίας.
Ζήτησε λοιπόν από τους συγκεντρωμένους Πατέρες να αποδείξουν την ορθότητα της
Ορθόδοξης Παράδοσης.
Τα γεγονότα της Συνόδου: Πριν αρχίσει
η Σύνοδος, οι Πατέρες, έπειτα από προτροπή του αυτοκράτορα, προσευχήθηκαν θερμά
στον Κύριο για να τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τον Άρειο. Η αντιπαράθεση
μεταξύ των δύο πλευρών διήρκησε πολύ καιρό καθώς υπήρχαν εκατέρωθεν ισχυρά
επιχειρήματα και ικανοί ομιλητές. Ο ικανότερος από την πλευρά του Άρειου ήταν
ένας Έλληνας μαθηματικός, ο Φιλόσοφος, ο οποίος όμως στη διάρκεια της Συνόδου,
από θαύμα, έμεινε άλαλος. Συνειδητοποιώντας ότι οι ισχυρισμοί του Άρειου ήταν
ψευδείς ζήτησε γραπτώς συγχώρεση, βαπτίστηκε χριστιανός και ξαναβρήκε την
ομιλία του.
Ο Άρειος, αν και δέχτηκε ισχυρό πλήγμα με την
εγκατάλειψή του από τον Φιλόσοφο, συνέχισε τις ύβρεις και τις αιρετικές του
απόψεις. Όμως οι Πατέρες δεν έδιναν πλέον σημασία στους ισχυρισμούς του. Αφού
τον αφόρισαν, συγκεντρώθηκαν, συζήτησαν και υπέγραψαν θεολογικά ζητήματα που
παρέμεναν μέχρι τότε αναπάντητα. Μεταξύ άλλων συνέταξαν το Σύμβολο της Πίστης
και όρισαν τον ακριβή χρόνο εορτασμού του Πάσχα.
Μόλις ολοκληρώθηκε η Σύνοδος, η οποία διήρκησε
τριάμισι χρόνια, υπέγραψαν όλοι οι Πατέρες και ο αυτοκράτορας για να
επικυρωθούν οι αποφάσεις τους. Δύο όμως Πατέρες δεν υπέγραψαν γιατί απεβίωσαν
στην διάρκεια της Συνόδου. Οι υπόλοιποι όμως άφησαν το χαρτί που ήταν
σφραγισμένο στο κοιμητήριο και την επόμενη μέρα το βρήκαν ανέπαφο μεν αλλά
υπογεγραμμένο από τους αποβιώσαντες Πατέρες.
Μετά και την τυπική λήξη της Συνόδου και το
θαύμα που έγινε στο κοιμητήριο, ο Άρειος ταπεινωμένος κρύφτηκε ενώ οι ακόλουθοί
του τον εγκατέλειψαν, μετανόησαν και επέστρεψαν στην ορθόδοξη πίστη. Οι
Πατέρες, από την άλλη, ξεκίνησαν έναν μακρύ αγώνα πηγαίνοντας σε διάφορα μέρη
για να γνωστοποιήσουν και να διδάξουν τον λαό τα δόγματα που θεσπίστηκαν στην
Σύνοδο.
Τα γεγονότα μετά την Σύνοδο: Λίγο πριν
φύγουν οι Πατέρες για να κηρύξουν τα όσα ορίστηκαν στην Σύνοδο, ο βασιλιάς τους
ζήτησε να κάνουν πρώτα μια δέηση και στη συνέχεια να επισκεφτούν την νέα πόλη
που έκτιζε(τη σημερινή Κωνσταντινούπολη) και να γνωρίσουν τον Πατριάρχη
Μητροφάνη. Την ώρα λοιπόν της προσευχής άρχισε να αναβλύζει λάδι από τα θεμέλια
του παλατιού, που απλώθηκε σε όλο το πάτωμά του. Το θαύμα αυτό οδήγησε τους
Πατέρες στην απόφαση να ονομάσουν την πόλη Νίκαια προς ενθύμηση της νίκης του
Θεού επί των αιρετικών. Η εκκλησία της πόλης αφιερώθηκε στους Άγιους Πατέρες
και ήταν θαυματουργή καθώς μεταξύ άλλων έσωσε την πόλη από τις επιδρομές των
Ασσυρίων.
Πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη, οι Πατέρες
της έδωσαν το όνομα του βασιλιά και ιδρυτή της και την αφιέρωσαν στην Παναγία.
Στη συνέχεια, επισκέφτηκαν τον άρρωστο Πατριάρχη ο οποίος έπειτα από παράκληση
του Μεγάλου Κωνσταντίνου όρισε ως διάδοχό του τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, Αλέξανδρο,
και προέβλεψε ότι ο νεαρός τότε διάκονος και μετέπειτα Άγιος Αθανάσιος, θα
ακολουθούσε στην διαδοχή και θα υπέφερε πολλά για την διατήρηση της
χριστιανικής πίστης. Στη συνέχεια, λειτούργησε για τελευταία φορά και πέθανε
στις 4 Ιουνίου, σε ηλικία 104 ετών. Οι Πατέρες, αφού ενισχύθηκαν οικονομικά από
τον βασιλιά για να κάνουν φιλανθρωπίες στα μέρη που θα κήρυτταν, έφυγαν για τον
προορισμό τους.
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΟΔΟ
Οι ραδιουργίες του Άρειου προς τον Μεγάλο Κωνσταντίνο: Ο Μεγάλος Κωνσταντίνος είχε μια ετεροθαλή αδερφή που ήταν σύζυγος του
Λικίνιου. Μετά την εκτέλεση του άνδρα της ζούσε με τον αδερφό της στην
Κωνσταντινούπολη. Ο Άρειος όμως προσέγγισε τον πνευματικό της και τον έπεισε να
μιλήσει ευνοϊκά για εκείνον στην Κωνσταντία. Πράγματι, η αδερφή του βασιλιά
επηρεάστηκε και ζήτησε από τον αδερφό της να συγχωρήσει τον Άρειο και να τον
αποκαταστήσει γιατί είχε μετανοήσει ειλικρινά. Ο βασιλιάς δέχτηκε να τον
ακούσει και εκείνος ψευδώς ομολόγησε προφορικά και στη συνέχεια, κατόπιν εντολής
του Κωνσταντίνου, και γραπτά την πίστη του στα δόγματα των Πατέρων. Ο βασιλιάς τότε
ζήτησε από τον Αλέξανδρο και τον Αθανάσιο να τον χειροτονήσουν ξανά. Εκείνοι
όμως δεν ξεγελάστηκαν και αρνήθηκαν να υπακούσουν. Ο Άρειος τότε ξεκίνησε πάλι
τις ύβρεις και τις αιρετικές του θεωρίες και δημιούργησε αναστάτωση στην
εκκλησία της Αιγύπτου. Ο Κωνσταντίνος τον κάλεσε πάλι στην Κωνσταντινούπολη για
να απολογηθεί και εκείνος με πονηρό τέχνασμα ξεγέλασε τον βασιλιά και ορκίστηκε
πίστη, δήθεν, στα δόγματα της Ορθοδοξίας. Ο βασιλιάς σχεδίαζε να τον
αποκαταστήσει και πάλι αλλά δεν πρόλαβε γιατί πέθανε.
Ο Άρειος μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου: Ο ευσεβής βασιλιάς Κωνσταντίνος απεβίωσε σε ηλικία 65 ετών έχοντας
κυβερνήσει επί 31 έτη. Λίγο πριν το θάνατό του άφησε διαθήκη όπου μοίρασε την
περιουσία και την βασιλεία του στους τρεις γιους του, τον Κωνστάντιο, τον
Κωνσταντίνο και τον Κώνσταντα. Την διαθήκη του την παρέλαβε ο πνευματικός της
αδερφής του που ήταν έμπιστος του Άρειου.
Εκείνος, βλέποντας πως ο βασιλιάς άφηνε τη
μερίδα του λέοντος στον ικανό Κωνστάντιο, την παραποίησε και πλαστογράφησε το
όνομα του αφελούς Κωνσταντίνου. Ο νέος πια σφετεριστής βασιλιάς έγινε αμέσως
υποχείριο του πνευματικού του και έπειτα από προτροπή του αποκατέστησε τον
Άρειο. Για να αποφύγει όμως τον έλεγχο του Αλέξανδρου και του Αθανασίου, ο
Άρειος απέκτησε θέση στην Κωνσταντινούπολη. Ο Πατριάρχης όμως και οι σύμβουλοί
του αντέδρασαν στην απόφαση του βασιλιά και αρνήθηκαν να την εφαρμόσουν. Τότε ο
βασιλιάς, με τη σειρά του, έγραψε πρόσταγμα όπου όριζε ρητά πως ο όποιος
αρχιερέας δεν αποδεχτεί τον Άρειο, θα καθαιρεθεί.
Ο θάνατος του Άρειου: Με το άκουσμα
ης τελεσίδικης απόφασης του βασιλιά, ο Πατριάρχης κατέφυγε στην εκκλησία και
παρακαλούσε τον Κύριο να του αποκαλύψει την αλήθεια σχετικά με τον Άρειο.
Ενώ λοιπόν ο Αλέξανδρος προσευχόταν, ο
αιρετικός ξεκίνησε για το Πατριαρχείο όπου είχε οριστεί να τελεστεί λειτουργία
παρουσία όλων των Αρχιερέων, του Πατριάρχη και του ίδιου. Στον δρόμο όμως
πέθανε και με τον θάνατό του ελευθερώθηκε η Εκκλησία από το στίγμα της αίρεσής
του. Από την άλλη όμως ο ευσεβής Πατριάρχης Αλέξανδρος αφού υπηρέτησε πιστά τον
Κύριο από τον θρόνο του επί 23 έτη, κοιμήθηκε σε ηλικία 98 ετών.
ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΩΝ 318 ΠΑΤΕΡΩΝ
Ο σκοπός της εορτής των 318 Πατέρων είναι η
ενθύμηση του έργου τους. Κήρυξαν την ευσέβεια και την πίστη στον αληθινό Θεό
για αυτό και Εκείνος τους τίμησε. Αντίθετα, ο Άρειος καταδικάστηκε για την
ασέβειά του.
Οι χριστιανοί οφείλουν να ακολουθούν το
παράδειγμα και τις διδαχές των Πατέρων. Πρέπει να πιστεύουμε, να εφαρμόζουμε
στην καθημερνή μας ζωή και να διαδίδουμε την πίστη και τις αρχές της
Ορθοδοξίας.
Επίσης, πρέπει να
αναλογιζόμαστε τις θυσίες και τους αγώνες που έδωσαν οι Πατέρες ενάντια όχι
μόνο στον Άρειο αλλά και στους άλλους μαχητές και διώκτες του χριστιανισμού. Το
παράδειγμά τους οφείλουμε να το θυμόμαστε κάθε φορά που με τα λόγια, τις
σκέψεις και την συμπεριφορά μας δείχνουμε ασέβεια και κατ’ επέκταση άρνηση της
Αλήθειας του Θεού.