ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ

Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Η αγάπη των γονιών προς τα παιδιά
Η αγάπη που νιώθουν οι γονείς προς τα παιδιά τους είναι το πολυτιμότερο αγαθό στον κόσμο. Αξίζει πολύ περισσότερο από τις πολύτιμες πέτρες που θεωρούνται από τους ανθρώπους ως τα αντικείμενα με την μεγαλύτερη αξία διαχρονικά. Ο χρυσός φθείρεται, το ασήμι σκουριάζει, οι πολύτιμοι λίθοι περιφρονούνται και τα μαργαριτάρια χάνονται. Η μόνη αναλλοίωτη αξία είναι η γονική αγάπη για αυτό και οι χριστιανοί πρέπει να σέβονται και να τιμούν τους γονείς τους.

Η αγάπη του Θεού είναι μεγαλύτερη των γονιών
Ο Προφήτης Δαβίδ, αναφέροντας ένα περιστατικό από την ζωή του, φανέρωσε πως ο Θεός αγαπά και φροντίζει τους χριστιανούς περισσότερο από τους φυσικούς τους γονείς. Όταν ήταν παιδί, περίπου 12 ετών, βασιλιάς των Εβραίων ήταν ο Σαούλ. Οι πράξεις του βασιλιά δεν ήταν αρεστές στον Θεό και αποφάσισε να τον αντικαταστήσει. Έδωσε εντολή τότε στον Προφήτη Σαμουήλ να πάει στη Βηθλεέμ, στο σπίτι του Ιεσσαί και να χρίσει βασιλιά τον κατάλληλο γιο του. Πράγματι, ο Σαμουήλ προβάλλοντας ως δικαιολογία στον Σαούλ το ότι ήθελε να κάνει μια θυσία, έφυγε για την Βηθλεέμ. Στο σπίτι του Ιεσσαί κάλεσε τους γιους του για να κρίνει ποιος ήταν άξιος για να γίνει ο νέος βασιλιάς του Ισραήλ. Έριξε μύρο στην κορυφή του κεφαλιού όλων των γιων του Ιεσσαί αλλά σε όλους το υγρό παρέκκλινε από την ευθεία γραμμή. Τότε ο Σαμουήλ ρώτησε τον οικοδεσπότη του αν είχε και άλλο γιο και εκείνος του απάντησε πως είχε τον Δαβίδ, ένα δωδεκάχρονο αγόρι, που έβοσκε τα πρόβατα της οικογένειας. Όμως, σύμφωνα με τον Ιεσσαί, ο Δαβίδ δεν είχε τα προσόντα να γίνει βασιλιάς. Ο Θεός όμως είχε διαφορετική άποψη για αυτό και ο Σαμουήλ επέμενε να δει τον Δαβίδ. Όταν έριξε το μύρο στον μικρό, εκείνο έτρεξε ευθεία στη μύτη και στο στόμα του και έτσι ο Δαβίδ πέρασε με επιτυχία τη δοκιμασία και χρίστηκε βασιλιάς. Η πίστη του Θεού στον Δαβίδ αποδείχτηκε με αυτό τον τρόπο μεγαλύτερη του Ιεσσαί και της γυναίκας του για την αξία του γιου τους.

Η σχέση παιδιών-γονιών
Ο Σολομώντας ανέφερε ότι οι γονείς βιώνουν κάθε συναίσθημα στην διάρκεια της ζωής των παιδιών τους. Λυπούνται στις δυσάρεστες στιγμές και ευφραίνεται η καρδιά τους όταν τα παιδιά τους είναι ευτυχισμένα και πράττουν το σωστό. Για αυτό και η παραίνεση του Σολομώντα είναι να σέβονται και να τιμούν τα παιδιά τους γονείς τους και ειδικά όταν είναι προχωρημένης ηλικίας για να έχουν ευτυχισμένα γηρατειά.
Στο Ιερό Ευαγγέλιο του Ιωάννη, που αναφέρεται στο θαύμα του τυφλού, φαίνεται η συγκεκριμένη σχέση των γονιών με τα παιδιά τους. Ο τυφλός είχε γεννηθεί με την συγκεκριμένη αναπηρία και οι γονείς του είχαν μάθει να ζουν με τη θλίψη. Όταν όμως θεραπεύτηκε από τον Ιησού, η καρδιά τους πλημμύρισε από χαρά.


ΑΜΑΡΤΙΑ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΑ

Η απορία των μαθητών
Όταν οι μαθητές μαζί με τον Κύριο συνάντησαν τον εκ γενετής τυφλό, ρώτησαν τον Δάσκαλό τους ποια αμαρτία είχε κάνει ο ίδιος ή οι γονείς του για να βασανίζεται με αυτόν τον τρόπο. Οι μαθητές επειδή ήταν αγράμματοι άνθρωποι με ακαλλιέργητο πνεύμα είχαν επηρεαστεί από τις αιρετικές απόψεις των Επικούρειων και του φιλοσόφου Πυθαγόρου.  Σύμφωνα με τις θεωρίες τους, οι ψυχές των ανθρώπων πριν γεννηθούν βρίσκονταν συγκεντρωμένες σε έναν τόπο. Κάθε φορά που ένας άνθρωπος μεγάλωνε στην κοιλιά της μητέρας του, ο Θεός έστελνε μια ψυχή στο σώμα του εμβρύου. Αν όμως η ψυχή είχε κάνει σφάλματα στην διάρκεια της παραμονής στον κοινό τόπο ή οι γονείς είχαν διαπράξει σοβαρές αμαρτίες τότε το παιδί γεννιόταν έχοντας κάποιοι πρόβλημα υγείας. Αυτή η αντίληψη που είχαν οι μαθητές τους ώθησε να ρωτήσουν τον Κύριο για την αιτία της τύφλωσης του ανθρώπου που συνάντησαν.

Οι πράξεις των γονιών
Στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι οι ενέργειες των γονιών επηρεάζουν τη ζωή των παιδιών είτε θετικά είτε αρνητικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Σολομώντας. Στην διάρκεια της βασιλείας του υπέπεσε σε πολλά λάθη που στενοχώρησαν τον Θεό. Αποφάσισε λοιπόν να σκορπίσει το βασίλειο του Σολομώντα. Επειδή όμως ο πατέρας του, ο Προφήτης Δαβίδ, ήταν καλός και συνετός άνθρωπος, ο Θεός αποφάσισε για χάρη του να μην διαλύσει το βασίλειο όσο ζούσε ακόμα ο Σολομώντας. Όταν ο γιος του, ο Ροβοάμ, πήρε τη θέση του, τότε ο Κύριος επέτρεψε να χάσει το βασίλειό του εξαιτίας των πράξεων του πατέρα του, Σολομώντα.

Η απάντηση του Κυρίου
Ο Ιησούς, γνωρίζοντας τις λανθασμένες αντιλήψεις των μαθητών και θέλοντας να τους βγάλει από την πλάνη τους, τους εξήγησε πως κανείς δεν ήταν υπεύθυνος για το πρόβλημα του τυφλού. Απλά ήταν θέλημα του Θεού η κατάστασή του ώστε ο Ιησούς με το θαύμα Του και κάνοντάς τον υγιή θα γνωστοποιούσε σε όλους τη δύναμη και τα έργα του Θεού. Συγχρόνως όμως ο Χριστός τους μιλούσε αλληγορικά και τους είπε πως έπρεπε να εκτελέσει την αποστολή Του όσο ήταν ημέρα γιατί η νύχτα πλησίαζε και δεν μπορούσαν να γίνουν έργα. Αναφέροντας ο Κύριος τον όρο ημέρα εννοούσε τον εαυτό Του που ως Θεός ήταν φως δικαιοσύνης και αλήθειας και δίδασκε πολλούς πιστούς. Η νύχτα αναφερόταν στην Ανάληψή Του στον ουρανό μετά την σταυρική Του θυσία και στην απουσία της φυσικής Του ύπαρξης από τη γη.


ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΣΤΟΝ ΤΥΦΛΟ

Το θαύμα και οι συμβολισμοί του
Ο Κύριος μόλις συνάντησε τον εκ γενετής τυφλό έφτυσε στο έδαφος και με το χώμα και το υγρό έπλασε πηλό. Μετά άλειψε τα μάτια του τυφλού και του έδωσε εντολή να πάει στην πηγή του Σιλωάμ για να πλυθεί. Ο τυφλός Τον υπάκουσε και μόλις πλύθηκε έγινε το θαύμα και βρήκε την όρασή του. Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο Κύριος έκανε το θαύμα χρησιμοποιώντας κάποιο υλικό και όχι απλά τον λόγο Του όπως στην περίπτωση του παράλυτου. Οι λόγοι είναι δύο. Ο πρώτος λόγος είναι ότι οι Εβραίοι Τον θεωρούσαν απατεώνα και δαιμονισμένο. Χρησιμοποίησε λοιπόν τον πηλό για να αποδείξει έμπρακτα το θαύμα και την θεϊκή δύναμή Του και για να δείξει ότι είναι ο ίδιος που έπλασε από χώμα τον Αδάμ και του έδωσε ζωή. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι Φαρισαίοι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να αποσιωπήσουν τα έργα και τα θαύματα του Κυρίου. Για αυτό και ο Ιησούς επέλεξε να κάνει το θαύμα χρησιμοποιώντας τα χέρια Του για να το δουν πολλοί, να γίνει πιστευτό και να διαδοθεί γρήγορα. Επιπλέον χρησιμοποίησε στο θαύμα την κολυμπήθρα Σιλωάμ θέλοντας να προεικονίσει το Άγιο Βάπτισμα. Ο Κύριος ήθελε να δείξει πως όπως η βάπτιση στην στη στέρνα Σιλωάμ χάρισε τη σωματική υγεία στον άρρωστο έτσι και το βάπτισμα του χριστιανού με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος χαρίζει την ψυχική υγεία και φώτιση.

Η ιστορία της πηγής Σιλωάμ
Την εποχή που βασιλιάς της Ιερουσαλήμ ήταν ο Εζεκίας, ο βασιλιάς της Ασσυρίας, Σεναχηρείμ, ζήτησε από τον Εβραίο βασιλιά να του στείλει μεγάλο μέρος της περιουσίας της πόλης διαφορετικά θα στρεφόταν στρατιωτικά εναντίον του. Ο Εζεκίας πράγματι του έστειλε ότι ζήτησε και εκείνος θεωρώντας πως τον είχε αποδυναμώσει οικονομικά κινήθηκε με τον στρατό του για να καταλάβει την Ιερουσαλήμ. Όταν οι Εβραίοι πληροφορήθηκαν τις κινήσεις του φρόντισαν να εξασφαλίσουν τη υδροδότηση της πόλης και να στερέψουν τις υπαίθριες πηγές ώστε οι Ασσύριοι να μην μπορούν να βρουν νερό. Τυχαία όμως ο εχθρός ανακάλυψε μια βρύση αλλά ο Κύριος δεν επέτρεψε να τροφοδοτηθούν με νερό. Όταν πλησίαζαν οι Ασσύριοι στη βρύση το νερό σταματούσε να τρέχει και όταν απομακρύνονταν έτρεχε και πήγαινε στην Ιερουσαλήμ. Στην ίδια βρύση είχε καταφύγει και ο Προφήτης Ησαΐας για να ξεδιψάσει. Δεν βρήκε όμως νερό και αφού προσευχήθηκε θερμά, η βρύση άρχισε να τρέχει. Από τότε της δόθηκε το όνομα κολυμπήθρα του Σιλωάμ και οι Εβραίοι την τίμησαν καλλωπίζοντάς την. Από τότε εκείνη η στέρνα δεν στέρεψε ποτέ και την επέλεξε ο Ιησούς για να θεραπεύσει τον τυφλό.

Οι αντιδράσεις στο θαύμα
Όταν ο τυφλός έγινε πλέον ένας υγιής άνθρωπος, οι γείτονες και οι γνωστοί του τον είδαν και απόρησαν. Πολλοί πίστεψαν πως έγινε καλά κάποιοι άλλοι όμως νόμιζαν ότι ήταν διαφορετικό άτομο. Εκείνος τότε για να λύσει την απορία τους, τους εξιστόρησε την συνάντησή του με τον Ιησού και το θαύμα Του. Στην ερώτησή τους όπως πού βρισκόταν ο ευεργέτης του  ο τυφλός δεν μπορούσε να απαντήσει γιατί δεν είχε καμία οπτική επαφή με τον Ιησού μετά το θαύμα, οπότε δεν γνώριζε ούτε την όψη Του ούτε και που βρισκόταν. Η ερώτηση των γειτόνων του για το πού βρισκόταν ο Κύριος μπορεί να έγινε για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος ήταν ότι το έκαναν από φθόνο και ήθελαν να Τον συλλάβουν και να Τον φονεύσουν. Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι είχαν δικούς τους ανθρώπους ασθενείς και είχαν την ελπίδα ότι θα τους βοηθούσε ο Κύριος. Επειδή το θαύμα στον τυφλό δημιούργησε έκπληξη και απορίες στον απλό λαό, αποφάσισαν να απευθυνθούν στους Φαρισαίους γιατί τους θεωρούσαν μορφωμένους και γνώστες των θεολογικών θεμάτων. Ο τυφλός τους εξιστόρησε τα γεγονότα και εκείνοι διχάστηκαν στην άποψή τους. Οι κακοπροαίρετοι χαρακτήρισαν τον Ιησού αμαρτωλό γιατί έκανε το θαύμα ημέρα Σάββατο και συνεπώς ήταν ασεβής άνθρωπος. Οι καλοπροαίρετοι κατάλαβαν πως το θαύμα του Ιησού ήταν αληθινό και συνεπώς ήταν άνθρωπος του Θεού και όχι αμαρτωλός. Ήταν γνωστό πως και οι μάγοι έκαναν θαύματα, ήταν όμως προσωρινά και με την καθοδήγηση της δαιμονικής δύναμης. Τα αληθινά θαύματα που γίνονταν με τη δύναμη του Θεού, τα έκαναν ενάρετοι άνθρωποι. Η διχογνωμία των Φαρισαίων τους υποχρέωσε να ζητήσουν την γνώμη του τυφλού σχετικά με τον Ιησού. Εκείνος τους απάντησε πως δεν μπορούσε να κρίνει τον Χριστό γιατί ήταν αγράμματος και γιατί δεν Τον ήξερε φυσιογνωμικά. Έτσι δεν μπορούσε να σχηματίσει άποψη για το ποιόν του Κυρίου ούτε να κρίνει τα έργα Του από θεολογικής πλευράς. Αυθόρμητα όμως απάντησε πως θεωρούσε τον Ιησού, Προφήτη. Η απάντηση του τυφλού δεν άρεσε στους Φαρισαίους και ρώτησαν τους γονείς του σχετικά με την ασθένειά του. Ήθελαν να αποδείξουν ότι ο τυφλός δεν ήταν εκ γενετής ανάπηρος και έτσι να κατηγορήσουν τον Ιησού ως απατεώνα και να Τον θανατώσουν. Εκείνοι γνώριζαν την κακία των Φαρισαίων αλλά δεν ήθελαν να πουν ψέματα. Είπαν λοιπόν την αλήθεια, ότι ο τυφλός ήταν πραγματικά γιος τους και γεννήθηκε τυφλός. Δεν ήταν όμως παρόντες στο θαύμα και δεν μπορούσαν να εκφέρουν γνώμη. Ο μόνος αρμόδιος για αυτό ήταν ο ίδιος ο γιος τους για αυτό και προέτρεψαν τους Φαρισαίους να ζητήσουν την δική του άποψη.

Η αμφισβήτηση από τους Φαρισαίους
Οι Φαρισαίοι θέλοντας να περιορίσουν την φήμη που είχε αρχίσει να αποκτά το θαύμα του Κυρίου, ζήτησαν από τον τυφλό να επικαλεστεί το όνομα του Θεού ώστε να αποδοθεί το θαύμα στην αόρατη δύναμή Του και όχι στο πρόσωπο του Κυρίου. Επιπλέον χαρακτήρισαν τον Ιησού αμαρτωλό αφού κατέλυσε την αργία του Σαββάτου. Ο τυφλός όμως συνέχισε να μιλά για τον άγνωστο ευεργέτη του και ισχυριζόταν ότι ήταν άνθρωπος που έπραττε θεάρεστα έργα. Η αντιπαράθεση μεταξύ Φαρισαίων και τυφλού άρχισε με τους πρώτους να ρωτούν τον δεύτερο συνεχώς για τις συνθήκες που βρήκε το φως του. Με την τακτική αυτή έδειχναν να αμφισβητούν το θαύμα και πίστευαν πως θα έβρισκαν αντιφάσεις στη  αφήγηση του πρώην τυφλού. Εκείνος όμως συνέχιζε να διαλαλεί τα αληθινά γεγονότα και τους συνέστησε να γίνουν μαθητές του Ιησού. Εκείνοι εξαγριώθηκαν και είπαν πως είναι μαθητές του Μωυσή ενώ ο τυφλός ενός τυχάρπαστου που πλάνευε τον κόσμο και παραβίαζε τον Νόμο. Η απάντηση του τυφλού ήταν πως η ψυχή τους ήταν άκαμπτη και χρειάζονταν ένα θαύμα για να φωτιστεί. Ο Ιησούς ήταν και πάλι ο κατάλληλος.

Ο τυφλός διακηρύσσει την αλήθεια
Ο τυφλός, αν και αμόρφωτος, μιλούσε με την ψυχή του και τους έλεγε αλήθειες που ενοχλούσαν. Επισήμανε πως ο ευεργέτης του ήταν πραγματικά άνθρωπος του Θεού και απόδειξη ήταν τα έργα Του. Κανένας απλός άνθρωπος ούτε Προφήτης είχε κάνει τόσο μεγάλο θαύμα και το γνώριζαν οι Φαρισαίοι. Μην μπορώντας λοιπόν να τον αντιμετωπίσουν άλλο, τον έδιωξαν από τη Συναγωγή.
Ο Κύριος καθώς πληροφορήθηκε τα γεγονότα συνάντησε τον τυφλό και τον ρώτησε αν πιστεύει στον Υιό του Θεού. Εκείνος, καλοπροαίρετα, ρώτησε ποιος είναι και όταν ο Χριστός του αποκάλυψε την ταυτότητά Του, τότε ο τυφλός Τον πίστεψε και Τον προσκύνησε.